Λιποθυμία – Παιδί με απώλεια αισθήσεων

Η απώλεια των αισθήσεων (λιποθυμία ή αλλιώς συγκοπή) αποτελεί μια τρομακτική εμπειρία για τους παρευρισκομένους. Συχνά μια τέτοια εμπειρία οδηγεί τους γονείς σε πανικό, αφού όταν βλέπουν το παιδί τους να χάνει τις αισθήσεις του ομολογούν ότι: «νόμισα ότι έχασα το παιδί μου και ένοιωθα εντελώς αδύναμος να το βοηθήσω».

Είναι καθησυχαστικό για όλους, αλλά κυρίως για τους γονείς να γνωρίζουν ότι, παρά τη δραματικότητα του συμπτώματος, αυτό αποτελεί σχετικά συχνό φαινόμενο και ότι πολύ σπάνια κρύβει μια σοβαρή πάθηση. Τυπικό παράδειγμα η λιποθυμία που προκαλεί σε κάποιους από εμάς η θέα του αίματος.

  • Τι είναι λιποθυμία; 

Λιποθυμία καλείται η προσωρινή απώλεια των αισθήσεων και του μυϊκού τόνου. Συνήθως προκαλείται από πτώση της αρτηριακής πίεσης, που οδηγεί σε ανεπαρκή αιμάτωση του εγκεφάλου και στερεί (παροδικά) τον εγκέφαλο από την απαραίτητη ποσότητα οξυγόνου. Η συγκοπή διαρκεί μερικά δευτερόλεπτα και μετά το παιδί επανακτά τις αισθήσεις του. Μερικά παιδιά δε λιποθυμούν πλήρως αλλά φτάνουν πολύ κοντά στη συγκοπή, με ζαλάδες και /ή ναυτία, και μείωση του επιπέδου συνείδησης και αισθήσεων αλλά χωρίς την πλήρη απώλειά τους. Η κατάσταση αυτή αποκαλείται προ-συγκοπή.

  • Πόσο συχνά συμβαίνει; 

Μέχρι και 50% των ανθρώπων θα παρουσιάσουν τουλάχιστον ένα επεισόδιο λιποθυμίας κατά τη διάρκεια της ζωής τους και 20% των παιδιών θα έχει ένα τέτοιο επεισόδιο πριν από την ηλικία των 15 ετών. Συγκριτικά, η συχνότητα της λιποθυμίας είναι σχεδόν 10 φορές ψηλότερη από αυτή των (απύρετων) σπασμών αφού μόνο ένα 5% των ανθρώπων θα παρουσιάσουν τουλάχιστον ένα επιληπτικό επεισόδιο κατά τη διάρκεια της ζωής τους (Hauser et al., 1993; Forsgren et al., 1996). Παρά την υψηλή συχνότητα της, η λιποθυμία δημιουργεί ιδιαίτερη ανησυχία τόσο στα παιδιά, όσο και στους γονείς κυρίως λόγω του φόβου του αιφνίδιου θανάτου.

  • Ποια τα πιθανά αίτια της λιποθυμίας; 

Η συγκοπή, οφείλεται σε πληθώρα αιτιών. Έτσι, η διαγνωστική προσπέλαση αποτελεί πραγματική πρόκληση για τον κλινικό γιατρό, ο οποίος συχνά θα πρέπει να συνδυάσει τις πληροφορίες από το ιστορικό, την κλινική εξέταση, τις γενικές και εξειδικευμένες εργαστηριακές εξετάσεις, προκειμένου να καταλήξει στο ορθό συμπέρασμα. Τα πολλαπλά αίτια θα μπορούσαν γενικά να κατηγοριοποιηθούν ως εξής: (α) μη-καρδιακά (πολύ πιο συχνά) και (β) καρδιακά (σπάνια αλλά πιο ανησυχητικά επειδή μπορούν να είναι απειλητικά για τη ζωή

  • Η παρουσία παράξενων κινήσεων ή στάσης του σώματος είναι ενδεικτικά επιληπτικής κρίσης; 

Η διάγνωση της επιληψίας βασίζεται, σχεδόν αποκλειστικά, στο ακριβές ιστορικό και υποβοηθείται σημαντικά από το ηλεκτροεγκεφαλογράφημα. Υπάρχουν πολλές άλλες καταστάσεις που μπορεί να μοιάζουν με επιληπτικές κρίσεις λόγω των παραπλανητικών ομοιοτήτων τους. Υπολογίζεται ότι 20-30% των κρίσεων εκλαμβάνονται ως επιληπτικές ενώ στη πραγματικότητα δεν είναι! (Scheepers et al.1998; Chadwick & Smith, 2002). Η συγκοπή μπορεί να έχει στοιχεία μίμησης επιληπτικής κρίσης και σε μερικές περιπτώσεις η μη ακριβής διάγνωσή της μπορεί να οδηγήσει σε δυσάρεστες συνέπειες. Είναι γι΄αυτό που κάποια επιστημονικά σώματα συστήνουν ότι οι ασθενείς με πιθανή διάγνωση επιληπτικής κρίσης πρέπει να εκτιμηθούν από νευρολόγο (ιδανικά ειδικό στην επιληψία) προτού τεθεί η τελική διάγνωση (Scottish Intercollegiate Guidelines Network, 2003).

  • Πώς εντοπίζεται η αιτία της συγκοπής;

Η λήψη προσεκτικού ιστορικού και η κλινική εξέταση αποτελούν τα πιο καθοριστικά στοιχεία για να τεθεί η σωστή διάγνωση αφού η πραγματική αιτία κάθε επεισοδίου κρύβεται συνήθως στις λεπτομέρειες. Πληροφορίες που καθορίζουν το πώς, πού και πότε συνέβηκαν τα επεισόδια όπως επίσης και τη συχνότητά τους, η δραστηριότητα στην οποία το παιδί συμμετείχε πριν από το συμβάν και η ύπαρξη οποιοδήποτε πρόδρομων ή άλλων συμπτωμάτων, παρέχουν πολύτιμες πληροφορίες. Η ολοκληρωμένη κλινική εξέταση πρέπει επίσης να συμπεριλαμβάνει προσεκτική μέτρηση της αρτηριακής πίεσης.

  • Ποιες επιπρόσθετες διαγνωστικές εξετάσεις μπορεί να χρειάζονται; 

Οι ακόλουθες εξετάσεις μπορεί να είναι υποβοηθητικές μέσα στα πλαίσια μιας ολοκληρωμένης διερεύνησης συγκοπτικών κρίσεων: Αναλύσεις αίματος (π.χ. έλεγχος ζαχάρου και ενυδάτωσης), κλασσικό ή περιπατητικό (Holter) Ηλεκτροκαρδιογράφημα (έλεγχος καρδιακού ρυθμού), επιτραπέζια δοκιμή κατάκλισης (Τilt test), Ηχοκαρδιογράφημα (ECHO) (έλεγχος καρδιακής ανατομίας /λειτουργίας) και Ηλεκτροεγκεφαλογράφημα (έλεγχος ηλεκτρικής δραστηριότητας του εγκεφάλου).

  • “Έχω προσέξει ότι το παιδί μου κάνει παράξενες κινήσεις (και κάποτε μένει με ανοιχτά τα μάτιαχωρίς να φαίνεται να επικοινωνεί) ενώ κοιμάται. Πρέπει να ανησυχώ;”

Οι διαταραχές του ύπνου που χαρακτηρίζονται από ξύπνημα (NREM arousal disorders) και συνοδεύονται από κάποιου βαθμού σύγχυση, με ή χωρίς κινήσεις (συμπεριλαμβανομένου της υπνοβασίας), είναι σχετικά συχνές στον παιδιατρικό πληθυσμό. Συμβαίνουν συνήθως κατά τη διάρκεια των πρώτων 3 ωρών του ύπνου (στάδιο ύπνου 3 ή 4) και μπορεί να συνοδεύονται από φόβο, ταχυκαρδία, ιδρώτα, κλάμα ή κραυγές, ενώ το παιδί φαίνεται να μη έχει (πλήρη) επαφή με το περιβάλλον, παρά το ότι τα μάτια μπορεί να είναι ανοιχτά. Αυτά τα φαινόμενα τις περισσότερες φορές είναι καλοήθη και συνήθως ξεπερνιούνται όταν το παιδί μεγαλώσει. Ταυτόχρονα όμως πρέπει να διαχωριστούν από τύπους επιληπτικών κρίσεων, που τείνουν να συμβαίνουν κατά τη διάρκεια του ύπνου (π.χ. επιληψίες του μετωπιαίου λοβού).

  • “Μετά από μια κρίση λιποθυμίας ο γιατρός μου είπε ότι στην πραγματικότητα το παιδί μου έπαθε σπασμούς. Έχει δηλαδή το παιδί μου επιληψία;”

Όχι. Προφανώς ο γιατρός σας έχει στοιχεία που τον κάνουν να πιστεύει ότι η «λιποθυμία» εκείνη ήταν στην πραγματικότητα μια επιληπτική κρίση αλλά αυτό δεν είναι αρκετό για να διαγνωστεί κάποιος με επιληψία. Μια τέτοια διάγνωση προϋποθέτει την ύπαρξη τουλάχιστον δύο απύρετων επιληπτικών κρίσεων.

  • “Το παιδί μου έπαθε ένα επιληπτικό επεισόδιο, αλλά ο γιατρός δε μας ξεκίνησε κανένα φάρμακο. Ποιες οι πιθανότητες το επεισόδιο να ξανασυμβεί;” 

Ο κίνδυνος υποτροπής ενός επιληπτικού επεισοδίου (μετά από μια πρώτη απρόκλητη κρίση) κυμαίνεται μεταξύ 20-80% αναλόγως της ύπαρξης ή όχι των ακόλουθων προδιαθεσικών παραγόντων: εστιακές κρίσεις, ευρήματα στο ΗΕΓ και παρουσία νευρολογικών ευρημάτων στη φυσική εξέταση (Camfield et al., 1985; Berg & Shinnar, 1991). Επειδή κατά μέσο όρο ένα 50% των παιδιών δε θα πάθει δεύτερο επεισόδιο και λαμβάνοντας υπ’όψιν το μακροχρόνιο της χορήγησης αντιεπιληπτικής αγωγής όπως και τις πιθανές παρενέργειες της, ο γενικός κανόνας είναι όπως αποφεύγεται η έναρξη φαρμάκων μέχρι την εμφάνιση και δεύτερου επεισοδίου.

  • Μπορεί το παιδί μου να πεθάνει κατά τη διάρκεια μιας επιληπτικής κρίσης;

Μια τέτοια πιθανότητα είναι πραγματικά μικροσκοπική. Σε μια ολλανδική μελέτη παιδικής επιληψίας, 472 παιδιά με επιληψία παρακολουθήθηκαν για 5 χρόνια. Υπήρξαν συνολικά 9 θάνατοι για διάφορους άλλους λόγους (Callenbach et al., 2001) αλλά κανένας από αυτούς δε συνέβηκε κατά τη διάρκεια επιληπτικών κρίσεων.

  • Ποια η θεραπεία της συγκοπής;

Ουσιαστικά αυτή καθορίζεται άπω τη συγκεκριμένη αιτία που την προκαλεί. Για την αγγειοπαρασυμπαθητική συγκοπή, η αποφυγή καταστάσεων που προκαλούν τα επεισόδια όπως για παράδειγμα η αποφυγή της θέας του αίματος κτλ. είναι αρκετή. Για την ορθοστατική υπόταση, η καλή ενυδάτωση και η αποφυγή της απότομης αλλαγής θέσης, αποτελούν σημαντικές θεραπευτικές παρεμβάσεις. Για καταστάσεις που επηρεάζουν τον καρδιακό ρυθμό ή προκαλούν επιληπτικές κρίσεις, χρειάζεται η γνώμη ειδικού (παιδοκαρδιολόγου ή παιδονευρολόγου αντίστοιχα) και η χορήγηση φαρμάκων μπορεί να είναι επιβεβλημένη.

Ανεξάρτητα από την αιτία, η διατήρηση της ψυχραιμίας (θυμηθείτε ότι πιθανότατα πρόκειται για μια παροδική απώλεια των αισθήσεων, χωρίς άλλες προεκτάσεις στην υγεία του παιδιού) αποτελεί κοινό παρονομαστή για τη σωστή αντιμετώπιση. Αφού βεβαιωθούμε ότι η αναπνευστική οδός και ο καρδιακός ρυθμός είναι απρόσκοπτα, τότε αφήνουμε το παιδί στο έδαφος (η όρθια θέση μπορεί να παρατείνει το επεισόδιο) με το κεφάλι στο πλάι (για να μην εισροφηθούν σάλια) ενώ αποφεύγουμε την εισαγωγή οποιονδήποτε αντικειμένων (χέρια, κουτάλια κτλ.) στο στόμα. Παρακολουθούμε στενά την εξέλιξη του επεισοδίου και εάν νιώθουμε άβολα ή εάν το επεισόδιο δεν τερματιστεί μετά από 1-2 λεπτά τότε ζητούμε βοήθεια ή καλούμε το 199.

 

Σταύρος Χατζηλοίζου,

 Παιδονευρολόγος

About Author